Εμείς βρεθήκαμε στο Μοναστηράκι, σε μία προσπάθεια να εξετάσουμε την πιο συχνή μορφή βίας, την πρώτη στη διαβάθμιση, αλλά την πιο ύπουλη. Άλλωστε, βρίσκεται στα θεμέλια μιας κατρακύλας. Η διαπίστωση… θλιβερή. Δεν είναι μία, δεν είναι δύο. Είναι πολλές. Πολλές μας είπαν «ναι, έχω υποστεί». Άλλες «ναι, και ποια δεν έχει δεχθεί;». Άλλες «όχι». Άλλες «όχι, δεν έτυχε». Άλλες «όχι, δεν το επιτρέπω». Λεκτική με βρισιές, με σεξιστική υποτίμηση. Ξύλο. Μπουνιές, κλωτσιές. Χτυπήματα με τη ζώνη. Τι φοράς. Δε θα βγαίνεις με τους φίλους σου. Πολύ κόντη φούστα, άλλαξέ την. Μέσα σ’ όλα, ακούσαμε κι ένα «άμα φοράς μπλούζα που φαίνονται τα βυζιά σου, εσύ φταις».
Έχει ποτίσει το δηλητήριο της πατριαρχίας την κοινωνία. Έχει ποτίσει η γυναικεία ψυχή βία. Να φύγεις; Να μιλήσεις; «Κανείς δε νοιάζεται» μας είπαν. Η αστυνομία αδιαφορεί. Εισαγγελέας και ειδικοί προβαίνουν σε σωρεία εξετάσεων. Θέλουν μάρτυρες. «Να του πω "κάτσε λίγο να φέρω έναν μάρτυρα στο σπίτι να δει ότι με χτυπάς";».
[Η πατριαρχία έχει απλώσει το δηλητήριό της στην κοινωνία. Η πατριαρχία που βάζει ταμπέλες σε ψυχές. Η πατριαρχία, ξέρετε, βάζει ταμπέλες και στα αγόρια. «Οι άντρες δεν κλαίνε», «άντρας είσαι ό,τι θέλεις κάνεις» «άντρακλα μου». Τώρα μιλάμε για τις γυναίκες. Για τις γυναίκες που υφίστανται βία. Και είναι πολλές. Πάρα πολλές. Το ελληνικό #metoo μας επέτρεψε να μιλάμε δυνατά για όσα συμβαίνουν, για όσα θεωρούνταν ιδιωτικές υποθέσεις. Μας έκανε να καταλάβουμε ότι 1 στις 3 γυναίκες παγκοσμίως αντιμετωπίζουν σωματική ή σεξουαλική βία κάποια στιγμή στη ζωή τους, κυρίως από σύντροφο ή πρώην σύντροφό τους. Σύμφωνα με στοιχεία της ελληνικής ομάδας για το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για γυναικοκτονίες, η έμφυλη βία αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή ως κύρια αιτία θανάτου και αναπηρίας για τις γυναίκες, μετά τον καρκίνο και τα τροχαία. Υπάρχει και η ύπουλη βία. Ξεκινάει σιγά σιγά. Βρισιές. Λεκτική βία. Ψυχολογική. Περιορισμοί. Σωματική βία. Και μετά «συγγνώμη», «δε θα το ξανακάνω», «σ’ αγαπάω», «μη μ’ αφήσεις», «για το καλό σου το λέω», «συγγνώμη ζηλεύω λίγο παραπάνω από αγάπη». Όχι. Τίποτα απ’ αυτά. Έχουμε φωνή. Μιλάμε. Μιλάμε μέχρι να ακουστούμε. Μέχρι να ακούσουν όσοι έπρεπε ήδη να ακούν. Να αλλάξει το νομικό πλαίσιο για τα έμφυλα ζητήματα. Εδώ και τώρα],
από τη Γωγώ.
Λεκτική βία. Η πιο συχνή και πιο ύπουλη μορφή έμφυλης βίας. 13 γυναικοκτονίες μέσα σε ένα χρόνο και το καμπανάκι δεν χτυπάει. «Άλλες τραβάνε χειρότερα», σκεφτόμαστε, «εγώ δεν είμαι σε αυτή την κατάσταση», σκεφτόμαστε. Το ίδιο σκέφτεται και ο κακοποιητής μας. «Δεν σε σκότωσα, δεν σε βίασα κιόλας», λέει, λίγα δευτερόλεπτα μετά που μας έχει βιάσει την ψυχή και την αξιοπρέπεια με τον χειρότερο τρόπο, προσπαθώντας να μας πείσει μάλιστα ότι «τα ήθελε ο κώλος μας όσα ακούσαμε, έτσι που φερόμαστε».
Υποτίμηση, ασέβεια, απρέπεια, παρεμβατικότητα, προσβολή, συνεχής ανασφάλεια, στη σκιά του «Σ’ αγαπώ». Συνεχής κριτική για τις επιλογές μας, από την εξωτερική μας εμφάνιση, την συμπεριφορά και τον κοινωνικό μας περίγυρο, μέχρι τα χόμπι και την καριέρα μας. Στεναχώρια. Πόνος. Φόβος. Τρόμος. Εγκλωβισμός. Ασφυξία. Βαθιές πληγές, που ανοίγουν εντός μερικών δευτερολέπτων και κλείνουν έπειτα από χρόνια. Και αν κλείσουν. Το λάθος μας; Αναζητάμε κάθε φορά εμείς πού φταίμε. Δεν όπλισε η κοντή μας μπλούζα το μίσος που έχει στην ψυχή του. Δεν πυροδότησαν τα παχάκια μας, ή τα κόκκαλα που διαγράφονται κάτω από το δέρμα μας τη βόμβα που ήταν ήδη έτοιμη να εκραγεί μέσα του.
Στο Μοναστηράκι καταγράψαμε φωνές. Καταγράψαμε εμπειρίες. Αλλά πολλές εξακολουθούν να μένουν στη σιωπή. «Το έζησα, ναι, αλλά δεν είμαι έτοιμη ακόμα να μιλήσω», «όλες το ζήσαμε, αλλά καλύτερα να σας τα πει κάποια άλλη», «εσύ να τ’ ακούς!», είπε μάλιστα μία φίλη σε μία άλλη, με τη δεύτερη να σπεύδει να ξεκαθαρίσει ότι «ποτέ δεν έχει ζήσει κάτι τέτοιο», φοβούμενη φαίνεται πως η κάμερα καταγράφει.
Τα εν οίκω μη εν δήμω, μάθαμε από πιτσιρίκες. Κάπως έτσι καταλήξαμε να κρατάμε την κακοποίηση κρυμμένη, ερμητικά κλειστή πίσω από κλειδωμένες πόρτες. Έτσι καταλήξαμε να προστατεύουμε τον θύτη μας, να τον ωραιοποιούμε. Να φοράμε το προσωπείο στις δημόσιες εμφανίσεις μας, να κρύβουμε κάτω από το ζιβάγκο τα σημάδια μας, πίσω από το χαμόγελο τον κόμπο στον λαιμό. Ποια είναι η λύση, θα μου πεις. Να φύγουμε; Να βρούμε το κουράγιο να τρέξουμε μακριά; Αυτό να κάνουμε, θα πω, χωρίς να πιστεύω βαθιά μέσα μου ότι αυτό θα μας γλιτώσει από την οργή του. Η Νεκταρία από την Ιεράπετρα κατασφαγιάστηκε μέχρι θανάτου μέρα μεσημέρι, ενώ τον είχε χωρίσει. Άρα το «γιατί δεν φεύγεις;», πάει στον αγύριστο.
Επανερχόμαστε στη λύση. Αυθεντικό αρσενικό, μάγκα, παλίκαρε, νοικοκυραίε, κύρη του σπιτιού, άντρα βαρύ παλαιάς κοπής και πρόστυχε, στα τσακίδια,
από τη Νεκταρία.
Καμία μόνη.
Καμία λιγότερη.